Τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ-αφιέρωμα στο Υποβρύχιο

2.225 επισκέψεις στο άρθρο

Με το δεύτερο ταξίδι στη Σκιάθο, το διάστημα 21-24 Οκτωβρίου 2018, της ομάδας παραγωγής της εταιρείας FAOS ολοκληρώθηκαν τα γυρίσματα στη Σκιάθο, του ντοκιμαντέρ «Υ1 στη σιωπή του βυθού», αφιερωμένο στο Υποβρύχιο "Κατσώνης".

Το ντοκιμαντέρ, θα βασιστεί στο βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών βιβλίο του Ηλία Τσουκαλά, «Υποβρύχιον Υ1», το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1951, περιέγραψε τις τελευταίες ώρες του «Κατσώνης», τους θανάτους των συμπολεμιστών του, αλλά και τη δική του αγωνιώδη προσπάθεια μέχρι να πατήσει στη στεριά.

Η κόρη του Ηλία Τσουκαλά, διακεκριμένη δημοσιογράφος Μπήλιω Τσουκαλά, ακολουθώντας τα βήματα του πατέρα της, επισκέφθηκε για πρώτη φορά τη Σκιάθο, συναντώντας κατοίκους της Σκιάθου, οι οποίοι έχουν μνήμες από τη τραγική αυτή νύχτα για την ιστορία του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Ανάμεσά τους η κα Τούλα Μιτζέλου, ο σύζυγος της οποίας Δημήτρης Μιτζέλος ήταν ανάμεσα σε αυτούς που φυγάδεψαν τους ναυαγούς στο Πήλιο, με γλαφυρό τρόπο και ιδιαίτερη συγκίνηση περιέγραψαν τη νύχτα της ναυμαχίας το Δημήτρης Λιακόπουλος σύμφωνα με τον οποίον οι λάμψεις των εκρήξεων όπως και οι εκωφαντικοί ήχοι έγιναν αισθητοί στην πολή της Σκιάθου, και ο Αποστόλης Τσολοβίκος ως αυτόπτης μάρτυρας, μιας και βρισκόταν σε σημείο που μπορούσε να δει τη ναυμαχία, αναφέρθηκε σε αυτή ως το πιο  τραγικό γεγονός που συνέβη ποτέ στη Σκιάθο.

Μια από τις πιο συγκινητικές στιγμές ήταν όταν η κα Τσουκαλά, στην πορεία του πατέρα της, από την παραλία του Κάστρου, στο μονοπάτι του Χαιρημωνά, έφθασε στο καλύβι του Σωτήρη Γεωργίου (Ζαμπούρα) όπου  συναντήθηκε με τον εγγονό του Σωτήρη, που φέρει το όνομα του παππού του, και ήταν εκείνος που φιλοξένησε του δύο ναυαγούς Ηλία Τσουκαλά και  Αναστάσιο Τσίγκρο. Γυρίσματα έγιναν στο Κάστρο, στο ιστορικό μονοπάτι του Χαιρημωνά ιδιαίτερου φυσικού κάλους, στο Μουσείο Ναυτικής και Πολιτιστικής Παράδοσης Σκιάθου, στο Μουσείο-”Σκιαθίτιο σπίτι” όπως και στη θαλάσσια περιοχή του Κάστρου, στην ανατολή και δύση της πανσελήνου και του ήλιου.

Ο Πολιτιστικός Σύλλογος `Η Σκιάθος`, υποστήριξε την αποστολή, μιας και πρόκειται για μια σπουδαία παραγωγή, με σημαντικό ιστορικό ενδιαφέρον για τη Σκιάθο και τη χώρα. Για την πολύτιμη χορηγία και υποστήριξη, ο Σύλλογος ευχαριστεί θερμά τον καπετάνιο του πλοίου Πρωτέας/ΑΝΕΣ Γιώργο Αντωνίου, την Κατερίνα Κεφαλά του ξενοδοχείου Μελτέμι, τον Λάμπρο Χούμα καπετάνιο του καϊκιού "Καλυψώ", τον Δημήτρη Διολέττα του Skiathos water taxi και τον Δήμο Καβούρη του εστιατορίου "Μπακάλικο".

 

Για την ιστορία του Υποβρυχίου "Κατσώνης"  και την πρωτοβουλία του ντοκιμαντέρ είχε πρόσφατα δημοσιεύσει σχετικό άρθρο ο δημοσιογράφος Γιάννης Παπαδόπουλος στην εφημερίδα "Η Καθημερινή", “Ο απολογισμός της σφοδρής μάχης ήταν 32 νεκροί, ανάμεσά τους και ο κυβερνήτης του υποβρυχίου Βασίλης Λάσκος .Τρία μέλη του πληρώματος κατόρθωσαν να διασωθούν εκείνη τη νύχτα κολυμπώντας επί ώρες μέχρι τη στεριά, ενώ άλλοι 17 αιχμαλωτίστηκαν από τους Γερμανούς. Μετά τη βύθιση, επί δύο ώρες η γερμανική κορβέτα ψάρευε από τη θάλασσα αιχμαλώτους φτάνοντας τους 17 στον αριθμό.Ο Ηλίας Τσουκαλάς, όμως, και ο υπαξιωματικός Αναστάσιος Τσίγκρος κατόρθωσαν να γλιτώσουν. Με οδηγό τους το φως της πανσελήνου, παλεύοντας με τις κράμπες και την εξάντληση κολύμπησαν μαζί, σχεδόν επί εννιά ώρες, μέχρι την πλησιέστερη ακτή, στο Κάστρο της Σκιάθου. Ακόμη ένα μέλος του πληρώματος, ο ναύκληρος Αντώνης Αντωνίου, διασώθηκε εκείνη τη νύχτα. Ακολούθησε διαφορετική διαδρομή και βγήκε σε άλλη ακτή του νησιού.

Η περιπέτεια του Τσουκαλά όμως δεν τελείωσε εκεί. Στο βιβλίο του περιγράφει πώς με μια βενζινάκατο έφτασε αρχικά στα τουρκικά παράλια και έπειτα βρέθηκε στη βάση υποβρυχίων στη Μέση Ανατολή για να συνεχίσει τον αγώνα κατά των κατοχικών δυνάμεων. «Δεν είχαμε ποτέ στην οικογένεια την αίσθηση ότι ζούμε με έναν ήρωα, γιατί ο πατέρας μου δεν θεωρούσε τον εαυτό του ήρωα», λέει η Μπήλιω Τσουκαλά.

 

«Μέσα σε ένα υποβρύχιο αργούν τόσο πολύ οι μέρες να περάσουν που θαρρείς πως κι ο χρόνος ο ίδιος μουδιασμένος από την αδιάκοπη κατάδυση αργοσέρνεται. Κι ενώ όλοι είναι κακόκεφοι από την έλλειψη οξυγόνου και το βαρύ κεφάλι τους μετράει και ξαναμετράει τις μέρες περιπολίας, έρχεται άξαφν` αστραπή η μεγάλη στιγμή που θα αναμετρηθούν με τον εχθρό», έγραψε ο Τσουκαλάς στο βιβλίο του.

 

Ήταν φθινόπωρο του 2016 όταν η Μπήλιω Τσουκαλά συναντήθηκε με τον Στέλιο Ευσταθόπουλο, παραγωγό της εταιρείας κινηματογραφήσεων FAOS. Είχε διαβάσει το βιβλίο του πατέρα της και ήθελε να γυρίσει μια ταινία για το «Κατσώνης». Μέχρι τότε δεν είχε εντοπιστεί με ακρίβεια το ναυάγιο.

Η FAOS ζήτησε αρχικά τη συνδρομή του Μανώλη Αντωνιδάκη, καθηγητή στο Τμήμα Ηλεκτρονικών Μηχανικών του ΤΕΙ Κρήτης, ο οποίος ασχολείται με μεθόδους ανίχνευσης υλικών. Χρησιμοποιώντας ειδικά μηχανήματα που κατασκευάζει κρητική εταιρεία, ο κ. Αντωνιδάκης επί τρεις ημέρες τον περασμένο Οκτώβριο πραγματοποίησε μετρήσεις σε πέντε σημεία από βουνοκορφές του Πηλίου, αλλά και από σκάφος στη θάλασσα. Τα ευρήματα παρουσιάστηκαν στο Γενικό Επιτελείο Ναυτικού.

Στις 29 Ιανουαρίου, το ωκεανογραφικό πλοίο «Ναυτίλος», της Υδρογραφικής Υπηρεσίας του Πολεμικού Ναυτικού, αξιοποιώντας αυτά τα δεδομένα, εντόπισε το ναυάγιο με τη χρήση ηχοβολιστικών πολλαπλής δέσμης και πλευρικής σάρωσης, 6 ναυτικά μίλια βορειοδυτικά της Σκιάθου σε βάθος 253 μέτρων.

Απέμενε μια οπτική επιβεβαίωση, μια εικόνα από τον βυθό. Η επιχείρηση κινηματογράφησης πραγματοποιήθηκε στις αρχές Μαΐου με τη συμμετοχή του «Ναυτίλου», της εταιρείας FAOS και του καταδυτικού συνεργείου του Κωνσταντίνου Θωκταρίδη. «Ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, ναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης, στήριξε αυτή την προσπάθεια και μας έδωσε όλα τα μέσα. Η υποστήριξή του ήταν καθοριστικής σημασίας», λέει η κ. Τσουκαλά.«Ανήμερα του Σταυρού κατέβηκε ολόρθος και δεν σταμάτησε όπως συνήθως στο βάθος το περισκοπικό», έγραψε στον επίλογο του βιβλίου του για το «Κατσώνης».

«Τράβηξε συνέχεια στις 10, τις 20, τις 30 οργυιές και κατέβαινε ασταμάτητα. Πέρασε το βάθος ασφαλείας, ξεπέρασε το όριο αντοχής. Μα σα βρήκε βυθό ακούμπησε και σταμάτησε. Χώθηκε μέσα στην άμμο σα φέρετρο με τους νεκρούς του κι έπειτα έγειρε στο ένα του πλευρό. Μέσα στο πηχτό σκοτάδι της αβύσσου το βαθύχρωμο κουφάρι δε διακρινόταν πια».