Πιο φιλόδοξους στόχους για τα φωτοβολταϊκά αλλά και για το σύνολο των ΑΠΕ προτείνει ο ΣΕΦ, τόσο σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, όσο και μακροπρόθεσμα.

Ο πίνακας απεικονίζει την πρόταση του ΣΕΦ για τη διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο ως το 2050.

ΣΕΦ: Φιλόδοξοι στόχοι για τις ΑΠΕ

Ο Σύνδεσμος Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ), προτείνει φιλόδοξους στόχους για τα φωτοβολταϊκά αλλά και για το σύνολο των ΑΠΕ, τόσο σε βραχυπρόθεσμο όσο και σε μακροπρόθεσμο πλάνο.

 
Πιο φιλόδοξους στόχους για τα φωτοβολταϊκά αλλά και για το σύνολο των ΑΠΕ προτείνει ο ΣΕΦ, τόσο σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα (2020), όσο και μακροπρόθεσμα (2050). Η πρόταση του ΣΕΦ είναι η αναθεώρηση προς τα πάνω του στόχου για το 2020, με ποσοστό ΑΠΕ στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας 60% (και τουλάχιστον 10 γιγαβάτ (GWp) φωτοβολταϊκών), καθώς και κάλυψη του συνόλου της ηλεκτροπαραγωγής με ΑΠΕ ως το 2035 (με τουλάχιστον 30 GWp φωτοβολταϊκών) και του συνόλου των ενεργειακών αναγκών με ΑΠΕ ως το 2050.

Νέες θέσεις εργασίας
Δεδομένης της διαρκούς μείωσης του κόστους των φωτοβολταϊκών και της ωρίμανσης των λοιπών τεχνολογιών ΑΠΕ, η υλοποίηση των στόχων αυτών μπορεί να επιτευχθεί με εύλογο κόστος. Ειδικά για την περίοδο από το 2015 και μετά, εκτιμάται ότι από την προτεινόμενη ανάπτυξη των φωτοβολταϊκών θα υπάρξει καθαρό όφελος για τα δημόσια οικονομικά και θα δημιουργηθούν 50.000 θέσεις εργασίας ως το 2020.

Σε ότι αφορά τον ενδιάμεσο στόχο για το 2020, η έκθεση κάνει λόγο για αναθεώρηση των στόχων προς τα κάτω, λόγω της οικονομικής κρίσης. Εκτιμά ότι για να επιτευχθούν οι στόχοι του 2020 θα απαιτηθούν 1.300 MW λιγότερα από ΑΠΕ και πρώτος πιθανός υποψήφιος για τη μείωση αυτή φαντάζουν τα αιολικά (που σήμερα έχουν μακράν τον υψηλότερο στόχο για το 2020 [7.500 MW], αλλά δεν υπάρχει η δυναμική επίτευξης του στόχου αυτού). Η έκθεση θεωρεί επίσης ότι το 2020 η εγκατεστημένη ισχύς φωτοβολταϊκών θα είναι 2,5 GWp (έναντι ενδεικτικού στόχου 2,2 GWp που προβλέπει σήμερα η νομοθεσία, στόχου όμως που, όπως δείχνει η πραγματικότητα της αγοράς, θα επιτευχθεί ήδη το 2014).

Στον ενδεικτικό στόχο για το 2020 δεν συνυπολογίζεται η ισχύς των έργων που έχουν ενταχθεί σε διαδικασία ταχείας αδειοδότησης (fast track), καθώς και η ισχύς φωτοβολταϊκών έργων που εντάσσονται στο Ειδικό Πρόγραμμα Στεγών, και φυσικά δεν συνυπολογίζεται η ισχύς του Προγράμματος ΗΛΙΟΣ. Σε ότι αφορά στη διαδικασία fast track, ήδη έχουν ενταχθεί σε αυτήν άνω των 600 MWp φωτοβολταϊκών, ενώ η αγορά των οικιακών φωτοβολταϊκών κινείται σήμερα με ρυθμούς εγκατάστασης της τάξης των 100 MWp ετησίως σε σύνολο αγοράς για το 2012 της τάξης των 600 MWp. Με άλλα λόγια, ακόμη κι αν δεν αλλάξει τίποτα (πράγμα που δεν επιθυμούμε, αφού επιδιώκουμε περαιτέρω ανάπτυξη της αγοράς φωτοβολταϊκών), το 2020 θα έχουμε τουλάχιστον 4 GWp εγκατεστημένων φωτοβολταϊκών (2,2 GWp του ενδεικτικού εθνικού στόχου συν οικιακά συν fast track), ενώ αν η αγορά συνεχίσει με τους σημερινούς ρυθμούς θα ξεπεράσει τα 6 GWp, συν την όποια ισχύ θα έχει εγκατασταθεί για το Πρόγραμμα ΗΛΙΟΣ.

Πρόταση του ΣΕΦ (εδώ και μια τριετία) ήταν να αυξηθεί ο σημερινός ενδεικτικός στόχος για το 2020, και συγκεκριμένα να εγκατασταθεί τουλάχιστον 0,5 kWp για κάθε κάτοικο της χώρας ή περίπου 6 GWp ως το 2020, καλύπτοντας έτσι το 12% της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας. Ο στόχος αυτός, που αρχικά χαρακτηρίστηκε ανεδαφικός, φαντάζει σήμερα πολύ συντηρητικός, και οτιδήποτε λιγότερο θα οδηγούσε σε απώλεια θέσεων εργασίας στον κλάδο. Η δυναμική της αγοράς μάλιστα είναι τέτοια, που θα μπορούσε να επιτύχει και το στόχο του Προγράμματος ΗΛΙΟΣ (10 GWp) σε εθνικό επίπεδο, χωρίς δηλαδή εξαγωγές. Μια τέτοια απόφαση πρέπει να ληφθεί άμεσα ώστε να στείλει έγκαιρα τα σωστά μηνύματα στην αγορά. Η επανεκτίμηση του στόχου προβλέπεται άλλωστε από τη νομοθεσία να γίνεται ανά διετία, και το 2012 είναι μια χρονιά αναθεώρησης.

Ήδη σε ευρωπαϊκό επίπεδο συζητείται η αναθεώρηση του στόχου μείωσης των εκπομπών CO2 ως το 2020 από 20% που είναι σήμερα σε 30% (σε σχέση με τα επίπεδα του 1990). Μια τέτοια εξέλιξη θα απαιτήσει και αναθεώρηση προς τα πάνω των στόχων για τη διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο. Ο ΣΕΦ πιστεύει ότι ο εθνικός στόχος που ετέθη το 2010 για συμμετοχή των ΑΠΕ σε ποσοστό τουλάχιστον 40% στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας ως το 2020, θα πρέπει να αναθεωρηθεί και το ποσοστό από ΑΠΕ να ανέλθει σε 60%.

Στην προσπάθεια επίτευξης του νέου στόχου για το 2020, τα φωτοβολταϊκά θα μπορούσαν να καλύψουν μερίδιο της τάξης του 40% στο σύνολο των ΑΠΕ, κάτι που θα απαιτήσει την εγκατάσταση τουλάχιστον 10 GWp φωτοβολταϊκών ως το 2020 (η ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας το 2020 θα κυμανθεί από 61 έως 69 TWh κάτι που εξαρτάται από τους ρυθμούς ανάπτυξης που θα έχει η χώρα τα επόμενα χρόνια και ο αντίστοιχος στόχος για τα φωτοβολταϊκά κυμαίνεται από 10-11,5 GWp).

Με την υλοποίηση της πρότασης του ΣΕΦ, όχι μόνο διασφαλίζονται αλλά αυξάνονται οι θέσεις εργασίας στον κλάδο σε μια περίοδο που η ανεργία αποτελεί μείζον πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας. Να σημειώσουμε ότι τα φωτοβολταϊκά αποτελούν ήδη σήμερα τον μεγαλύτερο εργοδότη στο χώρο της πράσινης ενέργειας, με σχεδόν 22.000 άμεσες και έμμεσες ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης και αρκετές εγχώριες μονάδες παραγωγής φωτοβολταϊκών και επικουρικού εξοπλισμού. Η υλοποίηση του νέου στόχου για τα φωτοβολταϊκά ως το 2020 μεταφράζεται σε περίπου 50.000 άμεσες και έμμεσες ισοδύναμες θέσεις εργασίας.

Σε ότι αφορά στη δυνατότητα των δικτύων να εξυπηρετήσουν αυτή την ισχύ, σύμφωνα με τις συντηρητικές εκτιμήσεις της ΔΕΗ, τα σημερινά δίκτυα μπορούν να απορροφήσουν άμεσα ισχύ τουλάχιστον 5 GWp φωτοβολταϊκών, χωρίς να συνυπολογίσουμε τις αναβαθμίσεις και επεκτάσεις που ήδη δρομολογούνται με δαπάνες των ενδιαφερόμενων επενδυτών.

Σε ότι αφορά στη δυνατότητα διείσδυσης μεγαλύτερης ισχύος μακροπρόθεσμα, η έκθεση θίγει, αν και όχι σε μεγάλη λεπτομέρεια, θέματα όπως η δυνατότητα αποθήκευσης της παραγόμενης από ΑΠΕ ενέργειας ή τη διείσδυση ηλεκτροκίνητων οχημάτων. Παρόλες τις αναφορές όμως, θεωρεί ότι τελικά υποεκτιμώνται οι προοπτικές των τεχνολογιών αυτών.

Στο θέμα της αποθήκευσης ενέργειας, για παράδειγμα, ενώ γίνεται αναφορά σε συσσωρευτές υψηλής απόδοσης βιομηχανικού τύπου, αφήνεται να εννοηθεί ότι θα αποτελούν μια περιθωριακή μάλλον εφαρμογή. Οι διεθνείς τάσεις όμως δείχνουν ότι τα συστήματα αυτά θα έχουν ευρεία εφαρμογή ήδη από την τρέχουσα δεκαετία. Ήδη εξετάζονται σενάρια ενίσχυσης των υπαρχόντων δικτύων με τέτοιους συσσωρευτές στη Γερμανία και θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά αυτή η προοπτική και στη χώρα μας, ξεκινώντας μάλιστα από τα αυτόνομα και αδύναμα δίκτυα των νησιών. Επίσης δε γίνεται ουσιαστική αναφορά στις τεχνολογίες υδρογόνου, που θα μπορούσαν να συνδυαστούν άριστα με τις περισσότερες τεχνολογίες ΑΠΕ και ειδικότερα τα φωτοβολταϊκά.

Τέλος, επειδή η Ελλάδα δεν σχεδιάζει μόνη της το ενεργειακό μέλλον, αλλά επηρεάζει και επηρεάζεται από τα τεκταινόμενα σε άλλες χώρες, καλό θα είναι να δούμε τους αντίστοιχους στόχους μιας χώρας με παράδοση στις ΑΠΕ, τη Δανία. Η Δανία αξιοποιεί περισσότερο εκείνους τους πόρους που διαθέτει εν αφθονία, δηλαδή τον άνεμο και τη βιομάζα. Η Ελλάδα αντίστοιχα έχει τον ήλιο ως συγκριτικό πλεονέκτημα και εκεί θα πρέπει να εστιάσει κατά κύριο λόγο.

Έτος
Ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας (TWh)
Ποσοστό ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή
Ποσοστό φωτοβολταϊκών στο σύνολο ΑΠΕ
Εγκατεστημένη ισχύς φωτοβολταϊκών (GWp)
2020
61-69
60%
40%
10-11,5
2035
90
100%
50%
30
2050
100
100%
50%
35


Δείτε αναλυτικά τις προτάσεις του ΣΕΦ, εδώ

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ