Βλέπουμε και στον πίνακα τις μεγάλες διαφορές σε σύγκριση με τα συμβατικά καύσιμα.
Kαι οι εκπομπές των Θειούχων ενώσεων είναι επίσης ρυπογόνες.
Σόμπα pellet
Kαυστήρας pellet
Μεταφορά pellets
σε μικρές τσάντες
Μεταφορά σε μεγάλους σάκους
Σάκοι με wood pellet
Μεταφορά με φορτηγό σε σιλό αποθήκευσης
Τελικά δεν είμαστε εξαρτημένοι από το πετρέλαιο
Διαβάστηκε από 3013 αναγνώστες -
Ο άνθρωπος ξεκίνησε να καλύπτει τις θερμικές του ανάγκες, χρησιμοποιώντας υλικά που έβρισκε στο περιβάλλον του. Το βασικότερο από αυτά ήταν το ξύλο και αργότερα το κάρβουνο. Σταδιακά, τα στερεά καύσιμα άρχισαν να χάνουν τη θέση τους από τα υγρά και αέρια καύσιμα, τόσο σε χρήσεις θέρμανσης, όσο και κίνησης.
Η λύση του µέλλοντος έρχεται από το παρελθόν Τα πλεονεκτήματα των υγρών και αερίων καυσίμων είναι το υψηλό θερμικό τους περιεχόμενο , η εύκολη μεταφορά και αποθήκευση και η ευκολία χρήσης τους σε ένα πλήθος εφαρμογών. Το μόνο πλεονέκτημα που διατηρούσε το ξύλο ήταν η χαμηλή του τιμή. Φυσικά, συνέχισε να αποτελεί ένα καύσιμο που διαδραματίζει ουδέτερο ρόλο όσον αφορά στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα -καθώς ό,τι δεσμεύει το φυτό για να αναπτυχθεί το αποδίδει στην καύση του. Παρ’ όλα αυτά, τα κεντρικά συστήματα θέρμανσης σχεδιάστηκαν με καύσιμο το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, αφού με ένα δοχείο ή ένα κεντρικό σύστημα διανομής του καυσίμου μπορούσε κανείς να αντικαταστήσει τεράστιο όγκο ξύλου.
Τι συμβαίνει όμως, όταν τα παραπάνω μειονεκτήματα της βιομάζας (ξύλο και άλλα φυτικά προϊόντα) έχουν εξαλειφθεί και η διαφορά της τιμής με τα ορυκτά καύσιμα παραμείνει η ίδια; Ταυτόχρονα, η έντονη συζήτηση γύρω από το φαινόμενο του θερμοκηπίου αλλά κυρίως ο διάλογος για τις βλαβερές συνέπειες των προϊόντων καύσης του πετρελαίου, καθιστούν αυτή την ιδέα ιδιαίτερα ελκυστική, τόσο για την ηλεκτροπαραγωγή, όσο και για τη θέρμανση. Εδώ θα επικεντρωθούμε στη λύση της θέρμανσης ενός χώρου με βιομάζα με τη χρήση καυστήρα, σόμπας ή με το ενεργειακό τζάκι.
Η τεχνολογία των wood pellets
Κατ’ αρχήν, τι είναι το ενεργειακό περιεχόμενο ενός καυσίμου;
Για να καταλάβει κανείς την επανάσταση αυτής της τεχνολογίας, πρέπει να κατανοήσει πρώτα την παραπάνω έννοια. Θα γίνει μία απλή προσέγγιση για να γίνει κατανοητή από όλους. Όταν αναφερόμαστε στο ενεργειακό περιεχόμενο ενός καυσίμου, ουσιαστικά εννοούμε το ποσό ενέργειας που μπορεί να αποδώσει μία συγκεκριμένη ποσότητα του καυσίμου αυτού. Δηλαδή αν κάψουμε ένα κιλό ξύλου και ένα κιλό πετρελαίου ποιο θα μου αποδώσει περισσότερη ενέργεια- θερμότητα. Είναι γνωστό ότι το πετρέλαιο θα αποδώσει περισσότερη θερμότητα, κάτι που το καθιστά ένα πιο συμπυκνωμένο καύσιμο απ’ ό,τι το ξύλο. Οι όροι που χρησιμοποιούνται δεν είναι άκρως επιστημονικοί, αλλά σημασία έχει να καταλάβουμε τι συνέβη πρακτικά με τη νέα αυτή πρόταση στη θέρμανση. Στον πίνακα βλέπουμε μία σύγκριση του ενεργειακού περιεχομένου των τριών ειδών καυσίμων που μας αφορούν στην πλειονότητα των συστημάτων θέρμανσης. Η κατώτερη θερμογόνος δύναμη είναι ουσιαστικά, η επιστημονική έκφραση του ενεργειακού περιεχόμενου.
Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο έχουν διπλάσια ποσότητα ενεργειακού περιεχομένου. Αυτό δεν πρέπει να μας προβληματίζει, αν σκεφτούμε το γεγονός ότι 2 kg pellets αντιστοιχούν σε ένα λίτρο πετρελαίου μεν, αλλά η διαφορά στην τιμή του καυσίμου είναι καθοριστική. Το πετρέλαιο θέρμανσης έχει κυμαινόμενη τιμή , που το 2011 κυμαινόταν περίπου στα 0,80 ευρώ το λίτρο. Τα wood pellets από την άλλη κοστίζουν μόλις 0,27 ευρώ το κιλό. Αυτό σημαίνει ότι τα 2 kg pellets κοστίζουν 0,54 ευρώ. Η διαφορά με το πετρέλαιο είναι της τάξεως του 32,5 %. ¶ρα μιλάμε για μεγάλη εξοικονόμηση χρημάτων για τη θέρμανση των χώρων μας.
Λίγα λόγια για τα wood pellets
Τα wood pellets αποτελούν προϊόν επεξεργασίας του ξύλου, που περιλαμβάνει ξήρανση, θρυμματισμό και συμπίεση ξύλου, παραπροϊόντων ξυλείας και γεωργίας, καθώς και φυτών καλλιέργειας αποκλειστικά για αυτή τη χρήση, όπως είναι η αγριοαγγινάρα. Το αποτέλεσμα είναι συσσωμάτωματα ξύλου με ομοιόμορφο μέγεθος, εύκολα στην αποθήκευση και το βασικότερο, με ενεργειακό περιεχόμενο πολύ υψηλότερο του ξύλου.
Το μυστικό για την αναβάθμιση του καυσίμου βρίσκεται στην επεξεργασία που έχει υποστεί. Αυτό που καταφέρνουμε είναι να συγκεντρώνουμε σε μικρό όγκο την ωφέλιμη καύσιμη ύλη του ξύλου και να ελαχιστοποιήσουμε τους παράγοντες που την περιόριζαν. Δηλαδή, την υγρασία που πλέον καταλαμβάνει ένα ποσοστό 4-6%, τον αέρα που βρισκόταν πριν εγκλωβισμένος καθώς και άλλα άχρηστα συστατικά. Η μορφή τους επιτυγχάνεται είτε φυσικά (μέσω ενός συστατικού που εμπεριέχεται σε προϊόντα ξυλείας, τη λιγνίνη) είτε με τη χρήση κολλώδους ουσίας. Το ομοιόμορφο σχήμα που έχουν τα pellets δίνει τη δυνατότητα πλέον να πραγματοποιείται η μεταφορά τους στους καυστήρες αυτοματοποιημένα, όπως συμβαίνει με τα υγρά και τα αέρια καύσιμα, κάτι που αποτελούσε ένα μειονέκτημα της χρήσης βιομάζας παλαιότερα. Αν και δε συνηθίζεται η κατηγοριοποίηση τους, χωρίζονται ανάλογα με το περιεχόμενο τέφρας που παράγουν κατά την καύση τους, σε:
- Premium (περιεκτικότητα σε τέφρα λιγότερο από ένα τοις εκατό)
-Πρότυπο (περιεκτικότητα σε τέφρα μεταξύ 1 με 2 τοις εκατό)
-Βιομηχανικά (περιεκτικότητα σε τέφρα τρία τοις εκατό ή μεγαλύτερο)
Φυσικά, είναι καλύτερη η χρήση της πρώτης κατηγορίας, αλλά πολλές φορές η επιλογή του καυσίμου γίνεται ανάλογα με το πλησιέστερο δυνατό και όχι με το καλύτερο, καθώς η διαθεσιμότητά τους στην αγορά ακόμα δεν είναι ευρεία.
Περιβαλλοντικά οφέλη
Ένας ακόμα λόγος που καθιστά επιβεβλημένη τη χρήση των pellets εκτός από την συμφέρουσα τιμή τους, είναι και το κέρδος όσον αφορά στα εκπεμπόμενα αέρια αλλά και στην ενέργεια που απαιτείται για να παραχθούν τα pellets. Το δεύτερο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς πολλά έχουν ειπωθεί για τα διάφορα συστήματα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όσον αφορά στην εξοικονόμηση που μας χαρίζουν κατά τη χρήση τους, αλλά ποτέ σχεδόν δεν εξετάζεται η ενέργεια που καταναλώνεται όπως και το κόστος για την κατασκευή τους. Στον πίνακα φαίνεται η κατανάλωση ενέργειας που απαιτείται για την παραγωγή διαφόρων καυσίμων. Για την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου αλλά και άλλων ρύπων η σύγκριση είναι επίσης συντριπτικά θετική προς τη μεριά των wood pellets. Αυτό που ουσιαστικά συμβαίνει με την καύση της βιομάζας είναι ότι, δεν παράγονται καινούριες ποσότητες του άνθρακα, καθώς επίσης μηδενίζονται οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που αποτελεί το κύριο συστατικό του φαινόμενου του θερμοκηπίου. Βλέπουμε και στον πίνακα τις μεγάλες διαφορές σε σύγκριση με τα συμβατικά καύσιμα.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τις εκπομπές των Θειούχων ενώσεων που είναι επίσης ρυπογόνες.
Έτσι βλέπουμε ότι το όφελος από την καύση των wood pellets είναι και περιβαλλοντικό, κάτι που δεν θα πρέπει να περνά απαρατήρητο πλέον.
Τι αλλάζει στο σύστηµα θέρµανσης του σπιτιού µας;
Αν έχουμε ήδη εγκαταστημένο ένα σύστημα θέρμανσης στο σπίτι μας, η αλλαγή εφαρμόζεται θεωρητικά μόνο σε ένα τμήμα του. Αυτό είναι η συσκευή όπου πραγματοποιείται η καύση του καυσίμου και ονομάζεται καυστήρας. Σε μεγαλύτερο ποσοστό στα σπίτια μας, έχουμε καυστήρες πετρελαίου. Αυτό που κάνουμε είναι αντικατάσταση του καυστήρα. Το υπόλοιπο κύκλωμα διατηρείται ίδιο και έτσι, το κόστος πρακτικά είναι μικρό.
Βέβαια υπάρχουν κάποια τεχνικά ζητήματα που ίσως καθιστούν την ιδέα της επιμέρους αντικατάστασης του συστήματος λιγότερο βολική (από πλευράς χώρου). Εκτός του καυστήρα υπάρχει και ο λέβητας που είχε κατασκευαστεί για να διαχειρίζεται υγρά καύσιμα. Οι σύγχρονοι καυστήρες pellets, διαθέτουν όχι μόνο «δεξαμενή» για τα pellet, που μπορεί να φτάσει την αυτονομία του λέβητα μέχρι και 30 ημέρες (ανάλογα με τις ανάγκες θέρμανσης) αλλά και σύστημα αυτόματου καθαρισμού του καυστήρα, γεγονός που τους κάνει εύκολους και ιδιαίτερα ελκυστικούς στον χρήστη. Συνεπώς, καλύτερα να δαπανηθεί ένα μεγαλύτερο ποσό αρχικά και να αποφύγουμε τυχόν δυσκολίες στο μέλλον.
Φυσικά, η παραπάνω περιγραφή αναφέρεται σε ένα κλασσικό κεντρικό σύστημα θέρμανσης. Η χρήση βιομάζας μας προσφέρει και άλλες λύσεις για τη θέρμανση του σπιτιού μας, όπως οι σόμπες που καίνε pellets, το ενεργειακό τζάκι και ο συνδυασμός τους ανάλογα με την περίπτωση.
Πως θα επιλέξω την κατάλληλη λύση;
Το πρώτο βήμα είναι να γνωρίζουμε τις θερμικές ανάγκες του χώρου που θέλουμε να θερμάνουμε. Ουσιαστικά, αν αναφερόμαστε σε διαμέρισμα πολυκατοικίας και θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε το δίκτυο των καλοριφέρ, μπορούμε να εγκαταστήσουμε κεντρικό λέβητα pellet σε ολόκληρη την οικοδομή ή ατομικό μεμονωμένα στο διαμέρισμα μας.
Αυτή η λύση μας παρέχει αυτόνομη θέρμανση και σίγουρα δεν είναι δύσκολη η εγκατάσταση της, ενώ χρησιμοποιεί το υπάρχον δίκτυο των καλοριφέρ.
Η δεύτερη λύση είναι να χρησιμοποιήσετε μία σόμπα pellet που λειτουργεί συνδυασμένα με λέβητα θερμαίνοντας το νερό στις σωληνώσεις και διανέμοντας το στα σώματα των καλοριφέρ. Αυτή η λύση παρέχει άμεση και ταυτόχρονη εκπομπή θερμότητας από τη σόμπα όπως και από το δίκτυο, αλλά φυσικά βρίσκει εφαρμογή σε μικρότερους χώρους και ενδεχομένως να χρησιμοποιήσετε παραπάνω από μία συσκευή για να θερμάνετε τους χώρους σας. Το κόστος της πάντως δεν είναι αρκετά υψηλό και αποτελεί μία αρκετά αξιόπιστη λύση.
Μία λύση που είναι μεν φθηνότερη από την πρώτη, αλλά μπορεί να απαιτήσει αρκετές παρεμβάσεις είναι η προσαρμογή καυστήρα pellet σε υφιστάμενο λέβητα. Εδώ, όπως έχει ειπωθεί και παραπάνω, χωρίς να προχωρήσουμε σε τεχνικές λεπτομέρειες, χρειάζεται έμπειρος τεχνίτης και συχνή συντήρηση, για να επιτευχθεί ένα αξιόπιστο αποτέλεσμα.
Μία αρκετά διαδεδομένη και ίσως η πιο αξιόπιστη και σίγουρη λύση, είναι η εγκατάσταση λέβητα που διαθέτει, τόσο καυστήρα στερεών καυσίμων, όσο και πετρελαίου ή φυσικού αερίου δίνοντας στο σύστημα μας όλα τα εφόδια για να διατηρήσει τις συνθήκες που εμείς επιθυμούμε.
Τα τζάκια-λέβητες που καίνε, τόσο ξύλα, όσο και pellets, αποτελούν μία ακόμα λύση που χαρίζει και καλύτερη αίσθηση στο χρήστη, αλλά και πετυχαίνει την παραγωγή ζεστού νερού χρήσης εξασφαλίζοντας και τη θέρμανση των χώρων. Ουσιαστικά, η καύση πραγματοποιείται στο τζάκι με το οποίο είναι συνδεδεμένος ο λέβητας και το σύστημα με τα σώματα του καλοριφέρ.
Που και πως θα προµηθεύοµαι τα καύσιµα; ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΕ ΜΙΚΡΕΣ ΤΣΑΝΤΕΣ
Τα wood pellets μπορούν να παραδοθούν σε μικρές τσάντες συνήθως από 10 έως 25 kg. Οι μικρές τσάντες είναι ο πιο ακριβός τρόπος για να αγοράσουμε pellets, επειδή επιβαρύνονται με το κόστος της ίδιας της σακούλας, καθώς και της διανομής.
Μεγάλες ποσότητες pellets σε σακούλες συνήθως παραδίδονται σε παλέτες βάρους έως ενός τόνου.
Η διανομή σε παλέτες σημαίνει ότι χρειάζεται εξειδικευμένος εξοπλισμός για τη μεταφορά των pellets.
Τα πλεονεκτήματα με τις τσάντες βρίσκονται στο ότι είναι εύκολο να τις χειριστεί κανείς και δεν χρειάζονται ειδικές εγκαταστάσεις αποθήκευσης, εφόσον η αποθήκη που τις φυλάμε είναι ξηρή. Προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί το κόστος παράδοσης, οι καταναλωτές μπορούν να παραλαμβάνουν τις σακούλες των pellets από τον προμηθευτή στο δικό τους αυτοκίνητο. Ωστόσο, ορισμένοι προμηθευτές δεν είναι σε θέση να το επιτρέψουν αυτό, πάντα για λόγους υγείας και ασφάλειας.
ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΕ ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΑΚΟΥΣ
Η παράδοση σε μεγάλους σάκους είναι ένα είδος παράδοσης αρκετά διαδεδομένο στο πλαίσιο του γεωργικού τομέα, μεταξύ άλλων για την παράδοση των λιπασμάτων και προϊόντων σιτηρών. Η παράδοση των wood pellets με τη χρήση μεγάλων σάκων δεν έχει γίνει ευρέως διαδεδομένη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, λίγοι μόνο ιδιώτες καταναλωτές διαθέτουν τα απαραίτητα μηχανήματα (όπως έναν φορτωτή) για τη μετακίνηση τσαντών που ζυγίζουν μέχρι 1200 κιλά/σάκο. Ταυτόχρονα, αυτό απαιτεί μεγάλο χώρο, ενώ και το ύψος στο δωμάτιο του λέβητα και της αποθήκευσης των καυσίμων πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να μπορεί το μηχάνημα να αδειάσει τις σακούλες με ευκολία. Η παράδοση σε μεγάλους σάκους είναι λίγο φθηνότερη από την παράδοση σε μικρές σακούλες, αλλά εξακολουθεί να είναι ακριβότερη από την παράδοση με φορτηγό.
Φυσικά, αυτός ο τρόπος απαιτεί μεγάλους χώρους αποθήκευσης καθώς οι ποσότητες που προμηθευόμαστε είναι πολύ μεγαλύτερες απ’ ό,τι στην περίπτωση της μικρής σακούλας όπου μπορούμε να παραλαμβάνουμε και μικρότερες ποσότητες περισσότερες φορές.
ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΜΕ ΦΟΡΤΗΓΟ
Η παράδοση με φυσητήρα φορτηγό είναι ένα αρκετά πιο φθηνό είδος παράδοσης σε σχέση με την παράδοση σε σάκους. Ακόμη και αν αυξάνει τις απαιτήσεις του χώρου αποθήκευσης, η παράδοση με φορτηγό είναι μακράν η πιο καλή μορφή παράδοσης, αν και δεν είναι ευρέως διαδεδομένη στην Ελλάδα. Ένα φορτηγό μπορεί να κουβαλήσει περίπου 15 τόνους από wood pellets και συνήθως η μικρότερη ποσότητα που μπορεί να παραδοθεί είναι 3 τόνοι. Αξίζει να σημειωθεί ότι, το κόστος παράδοσης είναι συχνά το ίδιο, ανεξάρτητα από την ποσότητα που θα παραλάβει -έτσι έχει νόημα για τον πελάτη να παραλάβει τις μεγαλύτερες δυνατές ποσότητες, αν είναι δυνατόν.
Σ’ αυτή τη μέθοδο παράδοσης απαιτείται ένα σιλό αποθήκευσης .Το σιλό πρέπει να είναι σε θέση να κρατήσει τουλάχιστον 3 τόνους από wood pellets. Το φορτηγό προσαρμόζεται με ειδικά εξαρτήματα στο σιλό και το γεμίζει με τα pellets. Εδώ καταλαβαίνουμε εύκολα ότι μιλάμε για μία ογκώδη εγκατάσταση που αυξάνει το αρχικό κόστος και απαιτεί χώρο και μελέτη. Θεωρείται καλή λύση όπως και οι μεγάλοι σάκοι για περιπτώσεις μονοκατοικιών με χώρους.
Για τα διαμερίσματα η περίπτωση της μικρής σακούλας είναι η πιο ενδεδειγμένη, απαιτώντας βέβαια πάλι έναν αποθηκευτικό χώρο με μηδενική υγρασία.
Η ελληνική αγορά δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη αν και ολοένα και περισσότερες εταιρίες κάνουν την εμφάνιση τους. Αυτό αποτελεί ίσως ένα ερωτηματικό για τον καταναλωτή γιατί μειώνονται οι επιλογές του, αλλά ακόμα και έτσι, η τιμή του καυσίμου είναι τόσο χαμηλότερη από εκείνη των συμβατικών καυσίμων που σίγουρα δε θα βγούμε ζημιωμένοι. Επίσης, αξίζει να αναφερθεί εδώ ότι, ο τρόπος διανομής που κυριαρχεί στην Ελλάδα είναι αυτός με μικρές τσάντες. Αυτό μπορεί εύκολα να ερμηνευθεί καθώς οι περισσότερες εγκαταστάσεις στην Ελλάδα είναι μικρής κλίμακας και δεν απαιτούνται μεγάλες ποσότητες pellets με ένα φορτίο. Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι στην Ελλάδα, οι όποιες εγκαταστάσεις βρίσκονται στην επαρχία λόγω νομοθετικών ατελειών, μια διαπίστωση που θα μας δώσει τροφή για σχολιασμό παρακάτω.
Η κατάσταση µέχρι σήµερα
Δεν είναι η πρώτη (και μάλλον ούτε η τελευταία) φορά που στην Ελλάδα ένας παλιός νόμος (του 1993) δημιουργεί προβλήματα στις εξελίξεις. Η καύση βιομάζας μέχρι και τώρα που γράφεται αυτό το κείμενο απαγορεύεται στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας, δηλαδή τους Ν. Αττικής και Θεσ/νίκης. Λογικό για τα χρόνια που οι μορφές βιομάζας που ήταν διαθέσιμες, ήταν το καυσόξυλο και το κάρβουνο. Η πολιτεία δυστυχώς δεν έσπευσε να ακολουθήσει τις εξελίξεις και διατηρεί ακόμη το νόμο αυτό, παρ’ όλο που η τεχνολογία της εξελιγμένης βιομάζας μετρά αρκετά χρόνια ζωής σε Ευρώπη και Αμερική. Ουσιαστικά, αποτελεί και ένα ακόμα όπλο στην αγορά της ενέργειας για την καταπολέμηση του φαινόμενου του θερμοκηπίου, της ενεργειακής απεξάρτησης από τα συμβατικά καύσιμα και της φθηνής ενέργειας.
Πρόσφατα όμως, το Υ.Π.Ε.Κ.Α., μετά από συζητήσεις με εμπλεκόμενους φορείς, δροµολόγησε την άρση της απαγόρευσης σχετικά με την χρήση κεντρικών συστημάτων βιομάζας στους Νοµούς Αττικής και Θεσσαλονίκης και αναμένεται πολύ σύντομα και η αντίστοιχη νομοθετική ρύθμιση.
Έτσι, πρακτικά αναγνωρίζεται το γεγονός ότι, λόγω της προόδου των τεχνολογιών καύσης βιομάζας και ιδιαίτερα των pellets, η χρήση βιοµάζας θα συνεισφέρει τόσο στην εξοικονόµηση ενέργειας και στον περιορισµό του κόστους θέρµανσης, όσο και στους στόχους του προγράμματος 20-20-20.
Στον τριπλό αυτό στόχο του <20-20-20> περιλαμβάνεται α) η συµµετοχή των ανανεώσιµων πηγών ενέργειας κατά 20% στο ενεργειακό ισοζύγιο μέχρι το 2020 και β) η µείωση των αερίων του θερµοκηπίου κατά 20% επίσης μέχρι το 2020.
Σύμφωνα λοιπόν και με δημοσίευμα της GREENPEACE, η άρση απαγόρευσης καύσης βιοµάζας είναι ένα πολύ βασικό και απαραίτητο βήµα, τόσο για να αλλάξουν τα δεδομένα στον ενεργοβόρο κτιριακό τομέα, που ευθύνεται για το 40% των εκπομπών καυσαερίου, όσο και για να έχουν οι πολίτες µια ανανεώσιµη, οικονοµική και φιλική στο περιβάλλον, εναλλακτική λύση, αντί του ακριβού πετρελαίου και το φυσικού αερίου.
Επιπλέον δε, η, πολύ σημαντική στην παρούσα κατάσταση, άρση της απαγόρευσης θα τονώσει την εσωτερική οικονοµία και την απασχόληση, αφού ήδη στην Ελλάδα λειτουργούν πέντε εργοστάσια παραγωγής βιομάζας και πολλές εταιρείες κατασκευής καυστήρων καύσης pelletς , με εξαγωγές και στο εξωτερικό.
Το θετικό είναι πάντως ότι δίνεται η δυνατότητα στις δύο πόλεις που αποτελούν μεγάλες παραγωγούς ρύπων να «ανασάνουν» χρησιμοποιώντας μια ακόμα οικολογική και φθηνή τεχνολογία.
Ένα απλό παράδειγµα σύγκρισης ενός συστήµατος pellet και ενός πετρελαίου.
Κατ ‘αρχήν όπως προαναφέρθηκε έχουμε το δεδομένο ότι ένα λίτρο πετρέλαιο ισοδυναμεί με 2 κιλά pellets. Το 1 λίτρο πετρελαίου έχει μεταβλητή τιμή, αλλά ας υποθέσουμε μία τιμή που κυριάρχησε φέτος -τα 0,8 ευρώ. Τα 2 κιλά pellets κοστίζουν 0,54 ευρώ. Μία κατοικία που έχει θερμικές απαιτήσεις 30kW για περίπου 80-100 τετραγωνικά μέτρα, δηλαδή, καλύπτει τις ανάγκες της με ένα σύστημα pellet που κοστίζει περίπου 4000 ευρώ. Αν υποθέσουμε ότι αντικαθιστούμε το σύστημα πετρελαίου, και η ετήσια κατανάλωση μας ήταν 3000 λίτρα πετρέλαιο ετησίως. Τώρα θα χρειαζόμαστε 6 τόνους pellets. Το κόστος της κατανάλωσης πετρελαίου είναι περίπου 2500 ευρώ, ενώ για τα wood pellets 1600 ευρώ. Παρατηρούμε μία διαφορά 900 ευρώ πράγμα που σημαίνει απόσβεση σε 4 χρόνια περίπου και επιπλέον όλα τα οφέλη που προαναφέρθηκαν. Υπενθυμίζουμε πάντα ότι η τιµή του πετρελαίου µπορεί να κυµαίνεται πολύ πιο έντονα σε αντίθεση με του ξύλου, οπότε η σχέση μπορεί να μεταβληθεί ακόμα περισσότερο προς όφελος του καταναλωτή.
Αυτό που συμπεραίνει κανείς από αυτό το τελευταίο απλό παράδειγμα είναι ότι, η λύση της καύσης βιομάζας αποτελεί ακόμη μία επιλογή θέρμανσης που είναι και οικονομική και οικολογική, οπότε άξια να ασχοληθούμε μαζί της χωρίς δισταγμούς αφού μόνο να κερδίσουμε έχουμε…..